Και το βλέπεις είναι ένα νυχάκι. Κόκκινο, κόκκινο, και όσο ανεβαίνει κόκκινο, πορτοκαλί, γίνεται πορτοκαλί,ή μάλλον όχι πορτοκαλί, νεραντζί, τα νεράντζια είναι πιο κοκκινωπά από τα πορτοκάλια. Και όταν ανεβαίνει σιγά σιγά γίνεται χρυσαφί και μετά από χρυσαφί, γίνεται αυτό το ψυχρό του φεγγαριού. Τριγύρω από αυτή τη διάχυτη ατμόσφαιρα, δημιουργείται αυτό το πορτοκαλί φεγγάρι, ένα κοκκινωπό».
Tιμώντας τη σύγχρονη ελληνική τέχνη, το Megaron Plus καλεί το κοινό του να παρακολουθήσει τη διάλεξη του ακαδημαικου Υδραίου, πολιτογραφημένου Σιφνιού Παναγιώτη Τέτση αύριο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Στην ομιλία του με τίτλο “Να μιλήσουμε για την τέχνη” ο Παναγιώτης Τέτσης θα συνδιαλεχθεί με την κριτικό τέχνης Έφη Ανδρεάδη.
Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925. Το 1940 παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Γερμανό ζωγράφο και χαράκτη Κλάους Φρισλάντερ. Καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία του, όμως, θα παίξει η γνωριμία του με τον Δημήτρη Πικιώνη και τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τους οποίους ο Τέτσης θεωρεί πραγματικούς του δασκάλους.
Το 1943 ξεκινά τις σπουδές του στο προπαρασκευαστικό τμήμα της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών με δασκάλους τους Δ. Μπισκίνη και Π. Μαθιόπουλο και αποφοιτά από τη σχολή το 1949 έχοντας πάρει μαθήματα από τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Το 1953 φεύγει στο Παρίσι ως υπότροφος του ΙΚΥ για να σπουδάσει στην Ecole des Beaux-Arts, όπου σπούδασε και χαρακτική, ειδικά χαλκογραφία με τον E. J. Goerg.
Δημιουργός και δάσκαλος, ζωγράφος και χαράκτης, ο Παναγιώτης Τέτσης είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ζωγράφος του χρώματος από τις πρώτες προσπάθειές του μέχρι τα τελευταία έργα του. Ενδιαφέρεται για όλες τις θεματογραφικές περιοχές – ανθρώπινη μορφή και σκηνές της καθημερινής ζωής, προσωπογραφία και νεκρή φύση, μεμονωμένα πρόσωπα και ομάδες, την τοπιογραφία και τη μεγάλη σύνθεση. Σε όλες τις προσπάθειες του παραμένει εξπρεσιονιστής, που όχι μόνο σχεδιάζει με χρώμα, αλλά και κατορθώνει να μεταφέρει στη ζωγραφική επιφάνεια όλο τον εσωτερικό χαρακτήρα και το εκφραστικό περιεχόμενο του χρώματος, χωρίς να θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα. (Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών ‘Μέλισσα’ 1997)
Στις πρώιμες προσπάθειές του (1950-1955), ο Παναγιώτης Τέτσης ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ολόσωμη προσωπογραφία και την απόδοση του ψυχικού. Σε άλλες προσωπογραφίες (1955-1960) προχωρεί σε περιορισμένες εξπρεσιονιστικές παραμορφώσεις και μεγαλύτερη εντατικοποίηση του χρώματος. Στην τοπιογραφία στρέφεται όλο και σαφέστερα μετά το 1960. Σε αυτά τα έργα καθοριστικό ρόλο παίζει το φως. Την περίοδο 1969-1970 δίνει μια μεγάλη σειρά έργων με διάφορες όψεις της Σίφνου και την περίοδο 1980-1990 πολλά έργα γεμάτα φως και χρώμα που εμπνέονται από την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ύδρα. Τη δεκαετία του '80 ένα από τα πιο σημαντικά έργα του είναι η Λαϊκή Αγορά, μεγάλη σύνθεση με περισσότερο από 50 μ. μήκος και 2,5 μ. ύψος.
Το 1951 διορίζεται επιμελητής στην έδρα Ελεύθερου Σχεδίου στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ με καθηγητή τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Σχολής Βακαλό, όπου δίδαξε ως το 1976. Το 1958 το ελληνικό τμήμα της «Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης» τον εκλέγει μεταξύ Ελλήνων υποψηφίων, για το διεθνές βραβείο του «Μουσείου Γκουγκενχάιμ», όπου και εκτίθεται το έργο του. Ακολουθεί το 1962 το Βραβείο Κριτικών για το έργο «Το Ναυπηγείο», ενώ το 1970 ορίζεται εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Μπιενάλε της Βενετίας, αλλά λόγω των ειδικών πολιτικών συνθηκών αρνείται τη συμμετοχή. Το 1976 εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και το 1992 μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της ζωγραφικής. Υπήρξε μέλος της ομάδας «Αρμός Α» και αργότερα της Ομάδας «Αρμός Β».
Ο Παναγιώτης Τέτσης έχει παρουσιάσει το έργο του σε περισσότερες από 40 ατομικές εκθέσεις και έχει πάρει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έργα του βρίσκονται στην ΕΠΜΑΣ, στην Π. Δ. Ρόδου, στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στην Τράπεζα της Ελλάδος, στην Εθνική Τράπεζα κ.α.
“Αλχημιστή των χρωμάτων” χαρακτηρίζει τον Παναγιώτη Τέτση η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης στην ΑΣΚΤ Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, που σε άρθρο της το 1999 σημειώνει ότι “ο Τέτσης παραμένει ένας από τους τελευταίους οπαδούς της ζωγραφικής του βλέμματος. Το βλέμμα του ωστόσο δεν είναι ούτε αθώο ούτε ακαδημαϊκό. Είναι ένα βλέμμα θρεμμένο από μια μακρά ζωγραφική παράδοση, που ξεκινά από τους μεγάλους Βενετούς του 16ου αιώνα, τον Τιτσιάνο και τον Βερονέζε, περνάει από τον Γκρέκο, τον Ρούμπενς, τον Σαρντέν και τον Ντελακρουά και εκβάλλει στον Ματίς, τον Βουγιάρ, τον Μπονάρ, ακόμη και στον Ρόθκο. Θα παρατηρήσατε πως οι ζωγράφοι που ενοικούν «το φανταστικό μουσείο» του Τέτση είναι όλοι κολορίστες”. Και συνεχίζει: “Σε αυτή την εμμονή να ζωγραφίζει ό,τι βλέπει, να γυμνάζει καθημερινά το βλέμμα του, να αναζητεί αδιάκοπα τρόπους να μεταφράσει με χρώματα τη συνομιλία του φωτός με τον κόσμο, σε αυτή την επιούσια και αδιάκοπα ανανεούμενη πάλη οφείλει η ζωγραφική του Τέτση τη μοναδικότητά της”.του Χρήστου Δάβαρη απο πηγή: kykladesnews.gr
Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010
Ο Δάσκαλος Παναγιώτης Τέτσης
«Έχω κάνει μία σειρά από φεγγάρια. Υπάρχουν υδρατμοί στο Αιγαίο την ώρα που αρχίζει να εμφανίζεται, να βγαίνει μία υποψία του φεγγαριού, να παρακολουθήσεις για ένα τέταρτο είκοσι λεπτά να βγαίνει από την Πάρο. Στον ορίζοντα, πιο πάνω από τον ορίζοντα, που ο ορίζοντας δεν ορίζεται με μία γραμμή, πολύ ακαθόριστος, φλου.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου